Κοντινές Και Μακρινές Βολές
Μηνάς Ιορδάνογλου, 02 Σεπτεμβρίου 2021
Η απόσταση του θηράματος από το όπλο, είναι ένα πρόβλημα το οποίο μας απασχολεί διαχρονικά...
Από τα παιδικά μου χρόνια θυμάμαι τους κυνηγούς να προβληματίζονται σχετικά με τις αποστάσεις στις οποίες πυροβολούσαν τα θηράματα.
Στα περισσότερα είδη κυνηγίου, η απόσταση του θηράματος, είναι ένας αθέμιτος παράγων και σπάνια μπορούμε να προσδιορίσουμε έστω και κατά προσέγγιση τις αποστάσεις την κρίσιμη στιγμή. Μπορεί να υπάρχουν κάποιες εμπειρικές εκτιμήσεις σε ορισμένα θηράματα, όμως συχνά και αυτές ανατρέπονται. Αν για παράδειγμα κυνηγάμε μπεκάτσες στο πυκνό δάσος, θεωρούμε πως το πιθανότερο είναι, ότι ο σκύλος μας θα φερμάρει το κρυμμένο θήραμα, θα μας δώσει χρόνο να πλησιάσουμε και όταν η μπεκάτσα θα αποφασίσει να πετάξει, εμείς θα βρισκόμαστε σε μικρή απόσταση. Πολλές φορές όμως η μπεκάτσα αντιλαμβάνεται το σκύλο (κυρίως τον άπειρο), περπατάει, απομακρύνεται και ξεπετάγεται σε απόσταση πολύ μεγαλύτερη από εκείνη που περιμένουμε. Το αντίστροφο συμβαίνει με θηράματα που τα κυνηγάμε στο καρτέρι. Ενώ θεωρούμε πως το πιθανότερο είναι οι τσίχλες, τα τρυγόνια ή οι φάσσες θα εμφανιστούν σε μεγάλες αποστάσεις, ξαφνικά τις βλέπουμε να περνούν σε απόσταση μικρότερη από δέκα μέτρα, μας αιφνιδιάζουν και το αποτέλεσμα είναι να πυροβολούμε στο βρόντο ή να καταστρέφουμε το τρόπαιό μας.
Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε δεκάδες παρόμοια παραδείγματα και εμπειρίες, όμως αυτό δεν θα μας βοηθήσει να λύσουμε το πρόβλημα. Ασφαλώς το κυριότερο είναι να εξοικειωθούμε με το όπλο μας, να επιλέξουμε κάννη και σύσφιξη που θα μας βοηθήσουν σε αυτό που είναι πιθανότερο να συναντήσουμε και βέβαια να γεμίσουμε το όπλο με ανάλογα φυσίγγια. Η μαγεία του κυνηγίου, είναι ακριβώς οι απρόβλεπτες καταστάσεις και η συμπεριφορά των θηραμάτων, που για να μας αποφύγουν χρησιμοποιούν όλα τα «όπλα» με τα οποία τα έχει προικίσει η φύση. Άλλοτε το θήραμα θα φύγει κρυφά και αθόρυβα, άλλοτε θα μας τρομάξει με το θόρυβο της φυγής, θα κάνει απίστευτους ελιγμούς, θα αυξομειώνει την ταχύτητά του και γενικότερα θα συμπεριφέρεται σαν λογικό ον, το οποίο μπορεί να μας ξεγελάσει. Είναι αδύνατο λοιπόν να προβλέψουμε κάθε ενδεχόμενο, να προετοιμαστούμε για κάθε περίπτωση, ή την κρίσιμη στιγμή να αλλάξουμε «πρόγραμμα». Ακόμη και απλές αλλαγές της στιγμής, όπως η αλλαγή σκανδάλης σε ένα δίκαννο, θα μας καθυστερήσει τόσο, όσο χρειάζεται το θήραμα για να απομακρυνθεί, ή να κρυφτεί πίσω από τα φυσικά εμπόδια που προσφέρει η φύση. Το καλύτερο λοιπόν σε αυτές τις περιπτώσεις είναι να επιλέξουμε το πιθανότερο σενάριο, να οργανωθούμε με βάση αυτό και να ευχηθούμε να μην έχουμε εκπλήξεις.
Οι δυνατότητες του λειόκαννου
Τα λειόκαννα όπλα που χρησιμοποιούμε στο κυνήγι, έχουν συγκεκριμένες προδιαγραφές και οι αποστάσεις στις οποίες μπορούν να αποδώσουν είναι λίγο - πολύ γνωστές. Αν χρησιμοποιούμε σκάγια, η ενδεικτική απόσταση πλήρους απόδοσης είναι οι 40 γυάρδες, δηλαδή
περίπου 36 μέτρα. Ανάλογα με το όπλο, το είδος του φυσιγγίου, το είδος και τη διάμετρο των σκαγιών, η απόσταση αυτή μπορεί να αυξηθεί
έως 20% σε καμία όμως περίπτωση δεν μπορεί να διπλασιαστεί. Αν και ακούμε συχνά κυνηγούς να αφηγούνται με μικρές ή μεγάλες δόσεις υπερβολής, περιστατικά κάρπωσης στα 80 ή 100 μέτρα, στην πραγματικότητα μόνο από ακραία σύμπτωση μπορεί να συμβεί. Βέβαια οι αποστάσεις στο κυνήγι και στις αφηγήσεις, είναι μια υπόθεση η οποία επιδέχεται πολλή συζήτηση, διότι σπάνια ένας άνθρωπος μπορεί να κάνει ακριβή εκτίμηση της απόστασης, αν δεν υπάρχουν σημεία αναφοράς, όπως δέντρα, ή άλλα σταθερά σημεία. Στον ορίζοντα που δεν υπάρχουν τέτοια σημεία αναφοράς, το μόνο που μπορεί να μας βοηθήσει, είναι το μέγεθος στο οποίο βλέπουμε το θήραμα, ή γενικότερα η εικόνα του.
Οι αποστάσεις απόδοσης
Οι παλιοί κυνηγοί έλεγαν, ότι δεν πυροβολούσαν ένα πουλί που πετάει, αν δεν έβλεπαν καθαρά τα χρώματα, το ράμφος, ή τα πόδια του. Ήταν ένας εμπειρικός τρόπος εκτίμησης της απόστασης, που έδινε θετικό αποτέλεσμα. Με τις εμπειρικές αυτές εκτιμήσεις των αποστάσεων, έλυναν ταυτόχρονα και το πρόβλημα της προσκόπευσης, η οποία είναι υπόθεση κομβικής σημασίας. Όσο κι αν διάφοροι ημιμαθείς αναπαράγουν την άποψη, ότι πυροβολώντας με ένα «γρήγορο» φυσίγγιο «πάνω» στο θήραμα, έχεις επιτυχίες, η αλήθεια είναι, ότι με βάση τους νόμους της φυσικής, τα σκάγια, χρειάζονται κάποιο χρονικό διάστημα από τη στιγμή που ο εγκέφαλός μας θα δώσει εντολή στο δάχτυλο να πατήσει τη σκανδάλη, μέχρι να φτάσουν στο στόχο. Αυτό το διάστημα, συχνά είναι αρκετό για να δώσει στο θήραμα χρόνο να αλλάξει θέση. Η προσκόπευση λοιπόν, είναι απαραίτητη σε κάθε περίπτωση και εξαρτάται από δεκάδες παράγοντες. Ο τρόπος κίνησης του όπλου, το είδος της κάννης, το μήκος της, το είδος του φυσιγγίου, η διάμετρος των σκαγιών, οι καιρικές συνθήκες κλπ είναι παράγοντες που μόνο με μαθηματικές εξισώσεις μπορούν να υπολογιστούν. Ποιος ανθρώπινος εγκέφαλος όμως, είναι σε θέση την κρίσιμη στιγμή, να κάνει όλους αυτούς τους υπολογισμούς και να επιλέξει την κατάλληλη προσκόπευση; Ασφαλώς κανένας. Για το λόγο αυτό, δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να επιστρατεύσουμε την εμπειρία μας. Για συμβεί όμως αυτό, πρέπει να έχουμε πάντοτε σταθερούς παράγοντες. Να μην αλλάζουμε δηλαδή όπλα, φυσίγγια, τσοκ, διάμετρο σκαγιών κλπ. Αν αλλάζουμε συχνά αυτές τις σταθερές παραμέτρους, το πιθανότερο είναι ότι θα πελαγοδρομούμε και δεν πρόκειται ποτέ να αποκτήσουμε την δυνατότητα της «μηχανικής» λειτουργίας του σώματός μας, το οποίο θα πρέπει να συμπεριφέρεται πάντοτε κατά τον ίδιο τρόπο. Το μυστικό στην σκοποβολή, είτε είναι αγωνιστική, είτε είναι κυνηγετική, είναι να αποκτήσουμε τη δυνατότητα της ορθής επανάληψης των κινήσεων.
Οι μακρινές αποστάσεις
Αναφέροντας μακρινές αποστάσεις, δεν συμπεριλαμβάνουμε βολές με μονόβολα ή σφαιρίδια, διότι σε αυτές τις περιπτώσεις τα δεδομένα είναι εντελώς διαφορετικά. Αναφορικά λοιπόν με τις βολές που γίνονται με σκάγια, θα πρέπει να έχουμε υπόψη, ότι το επιθυμητό είναι, να αναζητούμε μεγάλες συγκεντρώσεις σκαγιών. Αυτό μπορούμε να το πετύχουμε με στενές συσφίξεις την κάννη μας, και όσο επιτρέπει το είδος του θηράματος χοντρά σκάγια. Τα χοντρά σκάγια, έχουν το πλεονέκτημα της μεγάλης μάζας, η οποία δίνει μεγάλη μένουσα ταχύτητα, ενώ ο λόγος αντίστασής τους στον αέρα σε σχέση με τα σκάγια μικρής διαμέτρου, δεν διαφέρει σημαντικά. Οι πολύ μακριές κάννες θα μας δώσουν καλύτερη σκοπευτική γραμμή, ελαφρώς μεγαλύτερη ταχύτητα σκαγιών, όμως οι υπερβολές, συχνά είναι σε βάρος της απόδοσης, διότι οι παρατεταμένες τριβές, παραμορφώνουν τα σκάγια και αποβαίνουν σε βάρος των συγκεντρώσεων. Όπως και να έχει το θέμα, το σημαντικότερο στις μακρινές βολές, είναι η εξοικείωση με το όπλο και τα φυσίγγιά μας, διότι το σημείο κλειδί είναι η προσκόπευση που αναφέραμε πιο πάνω.
Υ.Γ1: διάλεξα αυτό το Άρθρο , ως απάντηση. Συμφωνώ με τον γράφοντα και
πιστεύω ότι τα
45 μέτρα είναι
η μέγιστη πραγματική ωφέλιμη απόσταση, που ο κυνηγός
μπορεί να ελπίζει ( 36 μέτρα + 20%=43,3 άντε 45 μέτρα βαριά ).Για εμένα προσωπικά αποστάσεις
πέραν των 35 μέτρων είναι οριακές και
η επαναληψιμότητα επιτυχιών είναι πολύ αμφίβολη. Νομίζω ότι στην πράξη αυτό ισχύει για τους περισσότερους εξ ημών...
Υ.Γ2:
View attachment 41243
ΕΥΠ - 65 μέτρα Η "κυρία Κατεχάκη" όπως ήταν η "κωδική" ονομασία του κτιρίου του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης ολοκληρώθηκε το 1978 και φιλοξενεί υπηρεσίες της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών.