Τα Benelli 121, 123 όπως λέει και ο συνονόματος είναι κανονικά τα SL80 121/123. Σύστημα αδρανείας
χωρίς περιστροφικό κλείστρο, η κάννη μόνιμα βιδωμένη με το καπάκι της βάσης και το κλείστρο φωλιασμένο μέσα. Για να βγει, απλά αφαιρείς το αυτάκι του κλείστρου και τραβάς προς τα πίσω. Σήμερα με αυτό το σύστημα κυκλοφορούν τα ισπανικά Beretta ES100 και Bellmonte.
Η σειρά Raffaello (121, 123, Special Lusso) λανσαρίστηκε τέλη δεκαετίας '80
με αρχές '90, μαζί με τη Super90. Η αλλαγή σε σχέση με το προηγούμενο μοντέλο (SL80) ήταν η μετατροπή της κεφαλής του κλείστρου σε περιστροφική. Αυτή η αλλαγή σε συνδυασμό με τον "αποχωρισμό" κάννης από τη βάση, οδήγησε στη μεγάλη ευκολία ανταλλαγής κανών μεταξύ των όπλων τόσο της εταιρείας, όσο και ομοειδών της Breda (Astro-Astrolux και μετέπειτα Ermes). Tα Super90 απλώς έχουν μονοκόμματη βάση, πρόγονος του σημερινού Montefeltro.
Αξιοσημείωτη διαφορά των δύο υποειδών λειτουργίας είναι ότι το κλείστρο χωρίς την περιστροφική κεφαλή κλειδώνει σωστά πάντα, ενώ με την περιστροφική κεφαλή πρέπει το κλείστρο να πέσει με δύναμη για να κλειδώσει, που αν ο κυνηγός άθελα του ξεχαστεί και δεν το κλείσει σωστά ή πχ περάσει ένα χαντάκι και από το τράνταγμα ξεκλειδώσει το κλείστρο, οδηγεί στο λεγόμενο
"κλικ" (αδυναμία πυροδοτήσεως). Το παλιότερο σύστημα δεν το είχε αυτό το θέμα. Βέβαια αν τύχει και σκοντάψεις και πέσεις και το κλείστρο ξεκλειδώσει δεν θα σκοτωθείς απ' το τουφέκι τουλάχιστον.
Σήμερα η Benelli στη νέα Raffaello 2019 το εξάλειψε και αυτό (της πήρε 2 δεκαετίες ε

) με μια μικρή αλλαγή στην περιστροφική κεφαλή η οποία κλειδώνει πάντα σωστά, εξαλείφοντας το "κλικ".
Ένα άλλο μειονέκτημα που είχαν τόσο τα SL80, όσο και τα
πρώτα Raffaello/Super90 ήταν ο σχεδιασμός στην ένωση κοντακιού-σκανδαλοθήκης, όπου η σκανδαλοθήκη εισέρχεται σε ένα "ημικυκλικό-ημισφαίριο" στην ένωση κοντακιού-βάσης. Το σημείο αυτό ήταν επιρρεπές σε ραγίσματα, μου είχε συμβεί μια φορά σε γλύστρημα σε πέτρα που είχε τη βραδινή υγρασία. Στα
μετέπειτα Raffaello (Crio, Elegant κλπ) που ανανεώθηκαν
αρχές 2000 άλλαξε ο σχεδιασμός και το κοντάκι με τη βάση ενώνονται "φλατ". Το ίδιο και στα Montefeltro.
Τα πλεονεκτήματα των τουφεκιών αυτών που τα έκαναν να κυριαρχήσουν από τότε στην αγορά (η Benelli έκτοτε κατέχει το 25% πωλήσεων
κάθε είδους κυνηγετικού όπλου) είναι η αντικειμενικά σχεδόν άψογη αξιοπιστία, η ευκολία στη συντήρηση, η άψογη εργονομία και η μεγάλη βελτίωση στο ζύγισμα σε σχέση με τις (τότε ειδικά) πιο χοντροκομμένες αερίων, καθώς ο μηχανισμός λειτουργίας μεταφέρθηκε από την πάπια αποκλειστικά εντός βάσης και είναι σαφώς ελαφρύτερος και πολύ απλούστερος, αφού αποτελείται απλώς από ένα κλείστρο 7 τεμαχίων (και το επανατατικό του ελατήριο στο κοντάκι).
Τουφεκιές αξιοπρεπέστατες με χαμηλές και μέσες γομώσεις, ειδικότερα αξιομνημόνευτες από πολλούς κυνηγούς (ηλικία μας και βάλε) οι κάννες της Manufrance που φορούσαν αρκετές SL80 121-123 με σταθερά τσοκ (τις ανέφερε και ο συνάδελφος παραπάνω).
Εν ολίγοις ο κυνηγός της φέρμας, του περπατητού και μικρομεσαίων θηραμάτων καρτεριού βρήκε την υγειά του με αυτά τα τουφέκια. Ρίχνουν τα πάντα, με καθαρισμό μια φορά το χρόνο, εύκολα στην επώμιση, ξεκούραστα σε πολύωρο κυνήγι.