Έχω ρίξει τρελό γέλιο ένα πρωινό Σεπτεμβρίου στη Λάγια στη Μάνη για τρυγόνια. Δεν έχει πουλιά ως συνήθως, λίγες ντουφεκιες εδώ κι εκεί, αν είσαι τυχερός να πάρεις ένα δύο δηλαδή.
Κάθομαι στο μέσον μιας πλαγιάς, αριστερά μου στα 50 μ. κάθεται ένα άλλο παληκάρι και στην απέναντι πλαγιά, πάνω από 100 μέτρα απόσταση κάθεται ένας βλάκας. Περνάει τραβέρσα αριστερά από το παληκάρι δίπλα μου ένα πουλί με κατεύθυνση να απομακρύνεται από τον βλάκα . Αργεί να το πάρει χαμπάρι το παληκάρι, του ρίχνει αφού τον έχει περάσει και το παίρνει, απόσταση από τον βλάκα μπορεί και 120-130 μέτρα. Στο δευτερόλεπτο πετάγεται όρθιος ο βλάκας και αρχίζει και τρέχει προς τα εμάς φωνάζοντας το τρυγόνι μου. Το παληκάρι με κοιταγε με έκφραση Σπύρος Παπαδόπουλος στους απαράδεκτους, τί έγινε ρε παιδιά;
Φτάνει ξεπνοος ο βλάκας και αρχίζει να ζητάει το πουλί επιτακτικά και με τσαμπουκά. Εγώ αν ήμουν θα το είχα δώσει, φοβάμαι και δεν θέλω διαμάχες... Το παληκάρι όμως δεν μάσαγε τίποτα.
Λοιπόν άκου του λέει τί θα κάνουμε. Θα πας πίσω στο καρτέρι σου. Εγώ θα κάτσω εδώ όπως είμαι όρθιος. Θα με σημαδεψεις καλά και θα μου ρίξεις μια ντουφεκιά. Αν έρθει έστω και ένα σκάγι πάνω μου θα σου δώσω το τρυγόνι μαζί με άλλο ένα που πήρα νωρίτερα. Αν όμως δεν με πετύχεις θα σε πάω μαμιώντας μέχρι τον Γερολιμένα. Ακριβώς με αυτά τα λόγια.
Εγώ λέω πάει σκοτώθηκαν τώρα. Ευτυχώς ο βλάκας ήταν και θρασύδειλος όποτε τα μάζεψε και την έκανε με ελαφρά. Με το παληκάρι γνωριστήκαμε μετά και κυνηγήσαμε τις επόμενες μέρες παρέα. Ακόμα μιλάμε που και που. Η ατάκα θα σε πάω μαμιώντας μέχρι τον Γερολιμένα έχει μείνει σλόγκαν